Οι ακραίοι ισλαμιστές που
συνέρρευσαν στη χώρα κατάφεραν με τη δράση τους να «φέρουν το παιχνίδι»
στα μέτρα της Δαμασκού σε επίπεδο κοινής γνώμης.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι ακόμη και εντελώς ελεύθερα και δημοκρατικά ο Άσαντ θα εκλεγόταν και πάλι πρόεδρος, απλώς με μικρότερη πλειοψηφία.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι ακόμη και εντελώς ελεύθερα και δημοκρατικά ο Άσαντ θα εκλεγόταν και πάλι πρόεδρος, απλώς με μικρότερη πλειοψηφία.
Ο Μπάσαρ αλ Άσαντ εκλέχτηκε εκ νέου πρόεδρος της Συρίας.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που μετέδωσε το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων
της χώρας στις εκλογές που διεξήχθησαν την Τρίτη συγκέντρωσε ποσοστό
88,7% ενώ η συμμετοχή έφτασε το 73,47%. Πολλοί θα σπεύσουν να
χαμογελάσουν ειρωνικά με αυτήν την είδηση δεδομένου του αιματοκυλίσματος
που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και τρία χρόνια στη χώρα. Εντούτοις,
υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που θα έπρεπε να προβληματίσουν, όπως
επισημαίνουν ακόμη και αραβικά ΜΜΕ, παραδοσιακά διόλου φιλικά προς τον
Σύρο πρόεδρο.
Καταρχήν, είναι οι πρώτες εκλογές που διεξάγονται στη χώρα με άλλους δύο υποψηφίους εκτός του Άσαντ. Ο Χασάν αλ Νούρι συγκέντρωσε 4,3% των ψήφων και ο Μάχερ Χατζάρ 3,2%. Επίσης, είναι προφανές ότι οι εκλογές έγιναν μόνο σε όσες περιοχές ελέγχονται από το συριακό στρατό με αυτές που βρίσκονται υπό τον έλεγχο των αντικαθεστωτικών στα ανατολικά, βορειοανατολικά της χώρας, να μην συμμετέχουν.
Παρόλα αυτά, όπως σημειώνουν Άραβες αναλυτές, ό,τι και αν καταλογίζει κανείς στον Άσαντ, τα οποία είναι ουκ ολίγα (αυταρχισμός, διαφθορά, προσωποκρατικό σύστημα, βαθιές κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, αιματηρή καταστολή κάθε διαφωνίας κλπ) είναι γεγονός, τονίζουν με έμφαση, ότι πιθανότατα ο Άσαντ θα κέρδιζε τις εκλογές ακόμη και αν διεξάγονταν εντελώς ελεύθερα και δημοκρατικά σε όλη τη χώρα. Και αυτό θα γινόταν ακόμη και σήμερα, μετά από τρία χρόνια απόλυτης φρίκης και αδιανόητου αιματοκυλίσματος. Πιθανώς να μη συγκέντρωνε τόσο μεγάλο ποσοστό, αν πραγματικά η διαδικασία διεξαγόταν εντελώς ελεύθερα, αλλά είναι σίγουρο ότι θα συγκέντρωσε πλειοψηφία ικανή να τον κρατήσει στην εξουσία.
Γιατί αυτό; Γιατί πολλές φορές είναι καλύτερο το μικρότερο από το μεγαλύτερο κακό, είναι καλύτερο το κακό που ξέρεις από αυτό που δεν ξέρεις. Ο συριακός λαός είχε πλείστους λόγους να εξεγερθεί απέναντι στον αυταρχικό και δικτατορικό τρόπο διακυβέρνησης του Άσαντ. Παράλληλα, όμως, για ένα σημαντικό τμήμα του η κατάσταση ήταν υποφερτή από οικονομικής άποψης και για εκείνο το τμήμα του που ανήκει στην μεσαία τάξη, το οποίο μάλιστα διογκωνόταν καθημερινά λόγω των «ανοιγμάτων» της συριακής οικονομίας σε ξένες επενδύσεις, στο εμπόριο κλπ, γινόταν ολοένα καλύτερη. Επίσης, παρά την καταστολή πολλών άλλων δικαιωμάτων, ήταν αδιαμφισβήτητο ότι υπό την ηγεσία του Άσαντ η κοσμικότητα της χώρας και το δικαίωμα του καθενός να πιστεύει εφόσον θέλει, σε κάποιο δόγμα του μουσουλμανισμού ή σε κάποια άλλη θρησκεία, ήταν σεβαστό, χωρίς σημαντικά παρατράγουδα.
Οι ισλαμιστές «βοήθησαν» τον Άσαντ
Όταν η εξέγερση ενάντια στον Άσαντ άρχισε να λαμβάνει στρατιωτικά χαρακτηριστικά στη χώρα συνέρρευσαν κατά χιλιάδες ισλαμιστές εξτρεμιστές μαχητές, μισθοφόρα μέλη ακραίων οργανώσεων, οι οποίοι λόγω πείρας, στήριξης από το εξωτερικό, καλύτερου εξοπλισμού, εκπαίδευσης και οργάνωσης, γρήγορα υπερφαλάγγισαν κάθε ντόπιο στοιχείο. Μαζί τους, εκτός από την ανωτερότητά τους στον πόλεμο, έφεραν και όλα όσα ακολουθούν το θρησκευτικό φανατισμό και τη μισαλλοδοξία. Σε μία χώρα και έναν πληθυσμό, που επί χρόνια είχε γαλουχηθεί στην ανεκτικότητα απέναντι σε αυτά τα ζητήματα.
Σε αντίθεση με όσους κατά καιρούς προέβλεπαν την πτώση του Άσαντ, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως στη Λιβύη ή αλλού. Αυτό οφείλεται φυσικά ως ένα βαθμό στην ισχυρή στήριξη σε πρακτικό επίπεδο που ο Άσαντ έλαβε από το Ιράν και από τη σιιτική ιρανική οργάνωση «Χεζμπολλάχ», (και ως ένα βαθμό από την ιρακινή σιιτική ηγεσία). Οφείλεται, επίσης, στη διπλωματική στήριξη που έλαβε κατά κύριο λόγο από τη Ρωσία που διατηρεί μεγάλα συμφέροντα στην περιοχή και δεν θέλει να εξοβελιστούν, και σε δεύτερο βαθμό από την διόλου ουδέτερη σιωπή της Κίνας. Σίγουρα, όμως, οφείλεται σε εξίσου σημαντικό βαθμό και στο ότι ένα μεγάλο τμήμα του συριακού πληθυσμού συνέχισε να τον στηρίζει.
Ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα, με εξαίρεση πολύ συγκεκριμένες πόλεις όπως η Χομς, που έγινε προπύργιο των ακραίων ισλαμιστών, η στήριξη προς το καθεστώς Άσαντ ακόμη και αν ταλαντεύτηκε για κάποιο χρονικό διάστημα, τελικά έγειρε και πάλι προς αυτόν. Σε αυτό συνέβαλλαν τα μέγιστα οι ακρότητες των ισλαμιστών μαχητών οι οποίοι έσπειραν τον τρόμο, το θάνατο και την επιβολή δια της βίας των πιο σκοταδιστικών πτυχών του Ισλάμ από όπου πέρασαν. Η προοπτική αντικατάστασης του Άσαντ από αυτές τις ένοπλες μισθοφορικές ορδές αγρίων ή από τις όποιες αυτόνομες ανεξέλεγκτες ένοπλες συμμορίες που εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση για να πλιατσικολόγησουν, δεν ήταν και δεν είναι μια γοητευτική προοπτική για την πλειοψηφία των Σύρων. Ακόμη και για αυτούς που ουδόλως συμπαθούν τον Άσαντ και θα ήθελαν πολύ να δουν την ανατροπή του.
Στη διαμόρφωση αυτής της αντίληψης προσέθεσε και η εμφανώς ανύπαρκτη πολιτική ηγεσία των αντικαθεστωτικών, την οποία οι δυτικοί υποστηρικτές τους με πρώτες και καλύτερες τις ΗΠΑ, την ΕΕ, ορισμένες αραβικές χώρες όπως η Σ. Αραβία και το Κατάρ, αλλά και η Τουρκία προσπάθησαν να στήσουν προκειμένου να υπάρξει πολιτική εκπροσώπηση. Παρά τις αλλεπάλληλες απόπειρες, τα σχέδια αυτά δεν απέκτησαν ποτέ αξιοπιστία στα μάτια του συριακού πληθυσμού και δικαίως με δεδομένη την πρότερη ανυπαρξία των συγκεκριμένων προσώπων και το ότι βρίσκονταν μίλια μακριά από τα τεκταινόμενα εντός χώρας.
Όταν πλέον, σχεδόν πριν από ένα χρόνο, ο συριακός στρατός άρχιζε να κόβει μία προς μία τις διόδους εξοπλισμού και ανεφοδιασμού των αντικαθεστωτικών, πολλοί είχαν προβλέψει ότι το «παιχνίδι» είχε αρχίσει να κρίνεται. Η κατάληψη της Χομς, πριν από λίγες μέρες, χαρακτηρίστηκε ως σημείο καμπής.
Όλα αυτά βέβαια δεν σημαίνουν ότι ο «ξεχασμένος», λόγω των εξελίξεων στην Ουκρανία, πόλεμος στη Συρία έχει τελειώσει. Όταν έχει χυθεί τόσο αίμα και έχουν γίνει τόσες ακρότητες εκατέρωθεν, όταν ο τρόμος και η καταστολή έχουν χρησιμοποιηθεί τόσο πολύ και από τις δύο πλευρές, οι πληγές δεν κλείνουν. Δεν αποκλείεται, διόλου, ένα τμήμα της χώρας να μετατραπεί, για μεγάλο χρονικό διάστημα, σε αυτό που οι Αμερικανοί ονομάζουν no man’s land, δεδομένης της δράσης των ακραίων ισλαμιστών και της συνέχισης των συγκρούσεων. Μεγάλο κομμάτι της Συρίας είναι καμένη γη, ενώ ουσιαστικά η οικονομία της έχει βυθιστεί. Χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει τι θα γίνει (γιατί εξαρτάται πολύ και από το πώς θα διαμορφωθούν οι ισορροπίες δυνάμεων τόσο στη συγκεκριμένη περιοχή όσο και παγκοσμίως μετά από το «άνοιγμα» του μετώπου της Ουκρανίας στο πλαίσιο των διεθνών ανταγωνισμών) είναι πάντως σίγουρο ότι η προοπτική ανατροπής του Άσαντ, προς το παρόν, έχει απομακρυνθεί.
Πηγές: bbc, reuters, Russia today, al Arabiya, the Nation, al Akhbar
Καταρχήν, είναι οι πρώτες εκλογές που διεξάγονται στη χώρα με άλλους δύο υποψηφίους εκτός του Άσαντ. Ο Χασάν αλ Νούρι συγκέντρωσε 4,3% των ψήφων και ο Μάχερ Χατζάρ 3,2%. Επίσης, είναι προφανές ότι οι εκλογές έγιναν μόνο σε όσες περιοχές ελέγχονται από το συριακό στρατό με αυτές που βρίσκονται υπό τον έλεγχο των αντικαθεστωτικών στα ανατολικά, βορειοανατολικά της χώρας, να μην συμμετέχουν.
Παρόλα αυτά, όπως σημειώνουν Άραβες αναλυτές, ό,τι και αν καταλογίζει κανείς στον Άσαντ, τα οποία είναι ουκ ολίγα (αυταρχισμός, διαφθορά, προσωποκρατικό σύστημα, βαθιές κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, αιματηρή καταστολή κάθε διαφωνίας κλπ) είναι γεγονός, τονίζουν με έμφαση, ότι πιθανότατα ο Άσαντ θα κέρδιζε τις εκλογές ακόμη και αν διεξάγονταν εντελώς ελεύθερα και δημοκρατικά σε όλη τη χώρα. Και αυτό θα γινόταν ακόμη και σήμερα, μετά από τρία χρόνια απόλυτης φρίκης και αδιανόητου αιματοκυλίσματος. Πιθανώς να μη συγκέντρωνε τόσο μεγάλο ποσοστό, αν πραγματικά η διαδικασία διεξαγόταν εντελώς ελεύθερα, αλλά είναι σίγουρο ότι θα συγκέντρωσε πλειοψηφία ικανή να τον κρατήσει στην εξουσία.
Γιατί αυτό; Γιατί πολλές φορές είναι καλύτερο το μικρότερο από το μεγαλύτερο κακό, είναι καλύτερο το κακό που ξέρεις από αυτό που δεν ξέρεις. Ο συριακός λαός είχε πλείστους λόγους να εξεγερθεί απέναντι στον αυταρχικό και δικτατορικό τρόπο διακυβέρνησης του Άσαντ. Παράλληλα, όμως, για ένα σημαντικό τμήμα του η κατάσταση ήταν υποφερτή από οικονομικής άποψης και για εκείνο το τμήμα του που ανήκει στην μεσαία τάξη, το οποίο μάλιστα διογκωνόταν καθημερινά λόγω των «ανοιγμάτων» της συριακής οικονομίας σε ξένες επενδύσεις, στο εμπόριο κλπ, γινόταν ολοένα καλύτερη. Επίσης, παρά την καταστολή πολλών άλλων δικαιωμάτων, ήταν αδιαμφισβήτητο ότι υπό την ηγεσία του Άσαντ η κοσμικότητα της χώρας και το δικαίωμα του καθενός να πιστεύει εφόσον θέλει, σε κάποιο δόγμα του μουσουλμανισμού ή σε κάποια άλλη θρησκεία, ήταν σεβαστό, χωρίς σημαντικά παρατράγουδα.
Οι ισλαμιστές «βοήθησαν» τον Άσαντ
Όταν η εξέγερση ενάντια στον Άσαντ άρχισε να λαμβάνει στρατιωτικά χαρακτηριστικά στη χώρα συνέρρευσαν κατά χιλιάδες ισλαμιστές εξτρεμιστές μαχητές, μισθοφόρα μέλη ακραίων οργανώσεων, οι οποίοι λόγω πείρας, στήριξης από το εξωτερικό, καλύτερου εξοπλισμού, εκπαίδευσης και οργάνωσης, γρήγορα υπερφαλάγγισαν κάθε ντόπιο στοιχείο. Μαζί τους, εκτός από την ανωτερότητά τους στον πόλεμο, έφεραν και όλα όσα ακολουθούν το θρησκευτικό φανατισμό και τη μισαλλοδοξία. Σε μία χώρα και έναν πληθυσμό, που επί χρόνια είχε γαλουχηθεί στην ανεκτικότητα απέναντι σε αυτά τα ζητήματα.
Σε αντίθεση με όσους κατά καιρούς προέβλεπαν την πτώση του Άσαντ, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως στη Λιβύη ή αλλού. Αυτό οφείλεται φυσικά ως ένα βαθμό στην ισχυρή στήριξη σε πρακτικό επίπεδο που ο Άσαντ έλαβε από το Ιράν και από τη σιιτική ιρανική οργάνωση «Χεζμπολλάχ», (και ως ένα βαθμό από την ιρακινή σιιτική ηγεσία). Οφείλεται, επίσης, στη διπλωματική στήριξη που έλαβε κατά κύριο λόγο από τη Ρωσία που διατηρεί μεγάλα συμφέροντα στην περιοχή και δεν θέλει να εξοβελιστούν, και σε δεύτερο βαθμό από την διόλου ουδέτερη σιωπή της Κίνας. Σίγουρα, όμως, οφείλεται σε εξίσου σημαντικό βαθμό και στο ότι ένα μεγάλο τμήμα του συριακού πληθυσμού συνέχισε να τον στηρίζει.
Ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα, με εξαίρεση πολύ συγκεκριμένες πόλεις όπως η Χομς, που έγινε προπύργιο των ακραίων ισλαμιστών, η στήριξη προς το καθεστώς Άσαντ ακόμη και αν ταλαντεύτηκε για κάποιο χρονικό διάστημα, τελικά έγειρε και πάλι προς αυτόν. Σε αυτό συνέβαλλαν τα μέγιστα οι ακρότητες των ισλαμιστών μαχητών οι οποίοι έσπειραν τον τρόμο, το θάνατο και την επιβολή δια της βίας των πιο σκοταδιστικών πτυχών του Ισλάμ από όπου πέρασαν. Η προοπτική αντικατάστασης του Άσαντ από αυτές τις ένοπλες μισθοφορικές ορδές αγρίων ή από τις όποιες αυτόνομες ανεξέλεγκτες ένοπλες συμμορίες που εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση για να πλιατσικολόγησουν, δεν ήταν και δεν είναι μια γοητευτική προοπτική για την πλειοψηφία των Σύρων. Ακόμη και για αυτούς που ουδόλως συμπαθούν τον Άσαντ και θα ήθελαν πολύ να δουν την ανατροπή του.
Στη διαμόρφωση αυτής της αντίληψης προσέθεσε και η εμφανώς ανύπαρκτη πολιτική ηγεσία των αντικαθεστωτικών, την οποία οι δυτικοί υποστηρικτές τους με πρώτες και καλύτερες τις ΗΠΑ, την ΕΕ, ορισμένες αραβικές χώρες όπως η Σ. Αραβία και το Κατάρ, αλλά και η Τουρκία προσπάθησαν να στήσουν προκειμένου να υπάρξει πολιτική εκπροσώπηση. Παρά τις αλλεπάλληλες απόπειρες, τα σχέδια αυτά δεν απέκτησαν ποτέ αξιοπιστία στα μάτια του συριακού πληθυσμού και δικαίως με δεδομένη την πρότερη ανυπαρξία των συγκεκριμένων προσώπων και το ότι βρίσκονταν μίλια μακριά από τα τεκταινόμενα εντός χώρας.
Όταν πλέον, σχεδόν πριν από ένα χρόνο, ο συριακός στρατός άρχιζε να κόβει μία προς μία τις διόδους εξοπλισμού και ανεφοδιασμού των αντικαθεστωτικών, πολλοί είχαν προβλέψει ότι το «παιχνίδι» είχε αρχίσει να κρίνεται. Η κατάληψη της Χομς, πριν από λίγες μέρες, χαρακτηρίστηκε ως σημείο καμπής.
Όλα αυτά βέβαια δεν σημαίνουν ότι ο «ξεχασμένος», λόγω των εξελίξεων στην Ουκρανία, πόλεμος στη Συρία έχει τελειώσει. Όταν έχει χυθεί τόσο αίμα και έχουν γίνει τόσες ακρότητες εκατέρωθεν, όταν ο τρόμος και η καταστολή έχουν χρησιμοποιηθεί τόσο πολύ και από τις δύο πλευρές, οι πληγές δεν κλείνουν. Δεν αποκλείεται, διόλου, ένα τμήμα της χώρας να μετατραπεί, για μεγάλο χρονικό διάστημα, σε αυτό που οι Αμερικανοί ονομάζουν no man’s land, δεδομένης της δράσης των ακραίων ισλαμιστών και της συνέχισης των συγκρούσεων. Μεγάλο κομμάτι της Συρίας είναι καμένη γη, ενώ ουσιαστικά η οικονομία της έχει βυθιστεί. Χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει τι θα γίνει (γιατί εξαρτάται πολύ και από το πώς θα διαμορφωθούν οι ισορροπίες δυνάμεων τόσο στη συγκεκριμένη περιοχή όσο και παγκοσμίως μετά από το «άνοιγμα» του μετώπου της Ουκρανίας στο πλαίσιο των διεθνών ανταγωνισμών) είναι πάντως σίγουρο ότι η προοπτική ανατροπής του Άσαντ, προς το παρόν, έχει απομακρυνθεί.
Πηγές: bbc, reuters, Russia today, al Arabiya, the Nation, al Akhbar
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου