Oι μαχητές δεν πρέπει να
ελεεινολογούν τη μοίρα τους επειδή πάλεψαν όχι γιατί τους εξανάγκασε
κανείς, αλλά γιατί το θέλησαν οι ίδιοι συνειδητά.
Αντόνιο Γκράμσι
Όταν στις αρχές του 2013 πέθανε η Αριστέα Μπουγάτσου, έγραψα ένα κείμενο στη μνήμη της. Μόλις το ανάρτησε, πήρε τηλέφωνο. «Προφήτα, συγκίνησες», είπε κοφτά.
«Λένε πως είμαι καλός στα κατευόδια – εφόσον βέβαια γουστάρω το μακαρίτη», απάντησα στον ίδιο τόνο.
«Θα γράψεις και για μένα, άμα τύχει;…» ρώτησε δήθεν αδιάφορα μετά από μια στιγμή σιωπής.
«Εσύ φρόντισε μόνο να πεθάνεις, τα υπόλοιπα άστα πάνω μου, θα κλάψουν και τα τσιμέντα!» απάντησα με επιτηδευμένο κυνισμό που γνώριζα ότι θα αντιληφθεί. Ξεσπάσαμε σε γέλια.
Μόνο που τότε δεν πίστευα επ’ ουδενί ότι η στιγμή θα ερχόταν τόσο σύντομα.
Οι μεγάλοι αντιλαμβάνονται πότε η Ιστορία βρίσκεται «στην κόψη». Δρουν ακριβώς τότε. Και με τη δράση τους στρέφουν τη ροή των ιστορικών γεγονότων προς αυτή ή την άλλη κατεύθυνση. Εδώ ακριβώς ψηλαφούνται τα στοιχεία μεγαλοσύνης τού Βασίλη Ζήση. Υπερβάλλω; Πάμε μια βόλτα στο πρόσφατο παρελθόν.
Το 2007 η ελληνική κοινωνία βρισκόταν σε ανήσυχη ραστώνη. Η δύναμη της αδρανείας εξακολουθούσε πανίσχυρη να υπαγορεύει τις (μη) εξελίξεις. Η δημοσιονομική κραιπάλη εικοσιπέντε χρόνων συνεχιζόταν ανέγγιχτη. Στην ΕΕ, η Γερμανία «έκανε τα στραβά μάτια» για τα ελληνικά δημοσιονομικά, συμψηφίζοντας την απροθυμία της Ελλάδας να συμμετάσχει σε τυχόν μέτωπο των Νοτίων για το κοινό, φλέγον πρόβλημα του χρέους.
Παχυλοί μισθοί και συντάξεις καταβαλλόντουσαν από το Δημόσιο, δημιουργώντας μια ζήτηση που τροφοδοτούσε με κύκλο εργασιών τον, σε ένα ποσοστό παρασιτικό, ιδιωτικό τομέα.
Κρατικές προμήθειες, δημόσια έργα και κάθε μορφής καταβαλλόμενα από το Δημόσιο κονδύλια εγγραφόντουσαν ως δημόσιες δαπάνες που αύξαναν το συσσωρευόμενο δημόσιο χρέος ενώ, κατ’ εκτίμηση, το ήμισυ τού ποσού εγγραφής στην πραγματικότητα αύξανε τους τραπεζικούς λογαριασμούς εργολάβων, μεσαζόντων και των πολιτικών/γραφειοκρατών που υπέγραφαν τις συμβάσεις.
Ο Καραμανλής είχε διαγνώσει τις παθογένειες και με την καταγγελία τους είχε γίνει κυβέρνηση. Όμως η διακυβέρνηση του είχε ηττηθεί στα δυο εσωτερικά ζητήματα που είχε αναδείξει ως κρισιμότερα, την πολυδιακηρυχθείσα αλλά ουδέποτε δρομολογηθείσα «επανίδρυση του κράτους» και τον ακυρωθέντα «βασικό μέτοχο». Κάθαρση δεν φαινόταν πουθενά στον ορίζοντα.
Η καταστροφή ή η εξαγορά της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας, συνέπεια του πλήρους ανοίγματος της στην ευρωπαϊκή υπερδομή, είχε ολοκληρωθεί, μεταμορφώνοντάς την σε έρημο υπηρεσιών με σποραδικές, ανώδυνες για τους «εταίρους», οάσεις παραγωγής. Το γεγονός ότι έπρεπε να εισάγουμε σχεδόν τα πάντα σκουπιζόταν κάτω από το χαλί των κοινοτικών κονδυλίων που εισέρρεαν, γινόντουσαν πρώτα υπερτιμολογημένα έργα και «επενδύσεις», κατόπιν πολυτελής κατανάλωση, και τέλος δια των εισαγωγών επέστρεφαν κατά μεγάλο μέρος εκεί από όπου είχαν ξεκινήσει.
Τα καθεστωτικά ΜΜΕ αποκοίμιζαν γλυκά το πόπολο με μπαράζ καταναλωτικής προπαγάνδας και υποσχέσεις ευζωίας - με δανεικά. Το πολιτικό blogging μετρούσε λίγα χρόνια ζωής, αλλά κυρίως εκτόνωνε πολιτικά εξοργισμένους χαμηλής διανοητικής στάθμης που είχαν βρει μέσο για να βρίζουν ανώνυμα.
Η ατμόσφαιρα ήταν ασφυκτική από την απουσία κάθαρσης για μια απύθμενη διαφθορά που όλοι γνώριζαν όμως κανείς δεν κατήγγειλε, για να μη θέσει σε κίνδυνο το λιγότερο ή περισσότερο εύθραυστο προσωπικό του καθεστώς.
Όμως η αλήθεια ήταν εκεί, η Κρίση ήταν εκεί –όχι ακόμα διακηρυγμένη, και αυτοί που «πνιγόντουσαν» από την μαγική εικόνα που κυριαρχούσε στον δημόσιο λόγο είχαν γίνει μια κρίσιμη μάζα με ανάγκη έκφρασης. Ήταν η «μαγιά» για ένα φόρουμ πολιτικής ενημέρωσης και διαλόγου.
Τότε, έκανε ο Βασίλης την κίνηση.Και εγένετο antinews. Και εγένετο FactorX. Και εγένοντο όλα τα ευφάνταστα ψευδώνυμα που έκτοτε απέκτησαν για όλους μας (εκτός από εκείνους που τα αλλάζουν τακτικά …) ισχύ επώνυμης υπογραφής. Και εγένετο ένας κύκλος όχι χαμένων ποιητών αλλά αιχμηρών σχολιαστών, ο οποίος κάποια στιγμή έφτασε στο σημείο να λαμβάνεται υπ’ όψιν από τον στενό κύκλο της ύπατης πολιτικής εξουσίας.
Δεν τού το συγχώρεσαν. Τον είχαν, βλέπετε, πολιτογραφήσει οριστικά ως παρία μετά τη θέση του στο περιθώριο από τις διώξεις λόγω των αποκαλύψεών του για τις ανομίες τους, και είχαν αποκλείσει κάθε πιθανότητα «ολικής επαναφοράς» του (το ίδιο και κάποιον άλλο που έφτασε ώς την πρωθυπουργία…)
«Ποιοι είναι αυτοί οι ημιπαράφρονες;» έκρωζαν ευγενέστατα ο κ. Παπαχελάς και άλλοι συστημικοί κήνσορες για τους αρθρογράφους και τους σχολιαστές του antinews.
Ωραία, κάλυψε μια ανάγκη στην αγορά της ενημέρωσης, θα αντιτείνει κάποιος, από πού κι ως πού «μεγάλος»; Λίγη υπομονή.
Το φθινόπωρο του 2009 βρίσκει το antinews ένα εργαστήριο πολιτικού διαλόγου, μοναδικό στο ελληνικό διαδίκτυο, που τα συστημικά μέσα αγνοούν επιδεικτικά αλλά οι πολιτικοποιημένοι χρήστες γνωρίζουν, εμπιστεύονται και συμμετέχουν.
Η 5η Οκτωβρίου 2009 βρίσκει τη Ντόρα Μπακογιάνη (Να ζήσει το εγγόνι!) το απόλυτο φαβορί για την ανάληψη της ηγεσίας της ΝΔ. Πενήντα έξι μέρες μετά, τις πρώτες πρωινές ώρες της 30ης Νοεμβρίου 2009, παραδέχεται την ήττα της.
Τι έχει μεσολαβήσει; Μέχρι την 10η Οκτωβρίου 2009 έχει ριχτεί από το antinews το σύνθημα «κίνημα για την εκλογή του Αντώνη Σαμαρά», σε έναν πολιτικό χώρο όπου η λέξη «κίνημα» προκαλεί αποπληξία, που δημιουργεί όμως ενθουσιασμό μετά την «παγωμάρα» της εκλογικής ήττας. Ο ενθουσιασμός αυτός διαχέεται και τελικά προκρίνει την εκλογή του αρχηγού από τη βάση, αντί τής μέχρι τότε προδιαγεγραμμένης εκλογής από εκλεκτορικό σώμα, τους βουλευτές και πιθανόν στελέχη. Ακολουθούν συμμαχίες κορυφής και στηρίξεις στελεχών, θερμός διαδικτυακός πόλεμος-στην κυριολεξία και τέλος η πρωτοφανής κινητοποίηση της 29ης Νοεμβρίου 2009. Ο Αντώνης Σαμαράς γίνεται αρχηγός της ΝΔ και εξ αυτού το 2012 πρωθυπουργός.
Δεν γνωρίζω αν η κ. Μπακογιάνη εφόσον γινόταν αρχηγός τής ΝΔ θα γινόταν κατόπιν πρωθυπουργός, ούτε αν τότε θα ήταν καλύτερη πρωθυπουργός από τον κ. Σαμαρά, αυτά ανήκουν στα «αν» της Ιστορίας. Γνωρίζω μόνο τι έγραψε η Ιστορία.
Και γνωρίζω ότι στις εξελίξεις το antinews διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο (όσο και αν κάποιοι δεν θα ήθελαν να αναγνωρίσουν την βαρύτητα αυτού τού ρόλου). Αν αυτή δεν είναι παρέμβαση στην ροή των ιστορικών γεγονότων τότε ποια είναι;
Έτσι η Ανάγκη έγινε Ιστορία.
Και ο στίχος του Αλκαίου πραγματικότητα.
Μέχρι τότε, ισχύ να επηρεάσουν τις εξελίξεις σε επίπεδο κορυφής στα δύο ελληνικά κόμματα εξουσίας είχαν μόνο τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ πανίσχυρων επιχειρηματιών, όχι ένας outsider απ’ την Καρδίτσα. Που όμως υπήρξε ένα από τα καθαρόαιμα «πολιτικά ζώα» που γέννησαν αυτά τα χώματα τις τελευταίες δεκαετίες, είμαι σίγουρος ότι και στον βαρκάρη που τον πέρασε απέναντι έπιασε κουβέντα για το αν η Βουλή αυτή θα εκλέξει Πρόεδρο Δημοκρατίας.
Γράφτηκαν πολλά γι’ αυτόν τις τελευταίες μέρες – του άξιζαν και περισσότερα.
Ήταν ένας γενναίος άντρας και πατριώτης.
Ένας παθιασμένος εραστής του ωραίου κειμένου.
Ένας «επίμονος κηπουρός».Η σχέση μας υπήρξε ακατάπαυστα συγκρουσιακή. Τσακωνόμασταν διαρκώς, ενίοτε απολαμβάνοντάς το, για μια διατύπωση, για μια λέξη, για ένα σχόλιο, για την αποτίμηση της πολιτικής συγκυρίας, για τον πολιτικό προσανατολισμό τού antinews.
Αλλά…
Αλλά μοιραζόμασταν κοινούς κώδικες που μας έκαναν να συνεννοούμαστε ακαριαία.
Μοιραζόμασταν την αγάπη για τον John le Carre, το Ράλλυ Ακρόπολις και το εξεζητημένα ακριβόλογο κείμενο.
Μοιραστήκαμε απογεύματα στο Κολωνάκι -που πλέον έγιναν ακριβές θύμησες- με ιστορικές αναδρομές, πολιτικές αναλύσεις, προσωπικές εκμυστηρεύσεις.
Μοιραζόμασταν το πάθος για σύγκρουση με όποιον και ό,τι ομονοούσαμε ότι βύθιζε αυτή τη λατρεμένη πατρίδα.
Και πάνω απ’ όλα, μοιραζόμασταν την πίστη σε αυτό που είχε διακηρύξει ο Samuel Adams (1722-1803) : «Δεν απαιτείται πλειοψηφία για την επικράτηση, αλλά μάλλον μια οργισμένη, ακούραστη μειοψηφία, παθιασμένη να βάζει φωτιές ελευθερίας στα μυαλά των ανθρώπων».
Από την πεποίθηση αυτή προκύπτει το, κατ’ εμέ, επόμενο στοίχημα τού antinews. Το βάρος του οποίου δεν πέφτει μόνο στον Πάνο αλλά σε όλους.Αν το 2007 η ελληνική κοινωνία βρισκόταν σε ανήσυχη ραστώνη, το τέλος του 2014 βρίσκεται σε ασύγγνωστη απόγνωση. Ασύγγνωστη διότι η πλημμυρίδα δημοσιευμάτων, απόψεων, θεωριών με την οποία έχει βομβαρδιστεί η κοινή γνώμη δεν είχαν στόχο να την ενημερώσουν για το «τι συνέβη», «τις πταίει» και «τι δέον γενέσθαι».
Είχαν στόχο
α) να καλύψουν ιστορικές ευθύνες κομμάτων και πολιτικών
β) να κολακέψουν το εκλογικό σώμα ως μη έχον ευθύνη για τις επιλογές του
γ) να αποκρύψουν τη δράση της εγχώριας οικονομικής ελίτ σε βάρος των νοουμένων εθνικών συμφερόντων
δ) να ουδετεροποιήσουν το ρόλο και τις επιδιώξεις του ξένου παράγοντα.
Ακόμη δεν έχουμε συνειδητοποιήσει τι ακριβώς μας έχει συμβεί, γι’ αυτό και δεν εμφανίζονται καινούριες ηγετικές φυσιογνωμίες που θα εκφράσουν την ιστορική ανάγκη να περάσει το έθνος σε νέα εποχή, υπερασπίζοντας βωμούς και εστίες αλλά ανατρέποντας την καθεστηκυία τάξη της τελευταίας 40ετίας.
Η πραγματική κρίση είναι ότι προσπαθούμε να προχωρήσουμε δίχως κάθαρση, με την έννοια της αποβολής του ακαθάρτου.Αν επιβιώσει ο εσμός πολιτικών, επιχειρηματιών, δημοσιογράφων και δημοσιολογούντων που συναπάρτισαν, επέβαλαν και στήριξαν το καθεστώς της μεταπολιτευτικής κλεπτοκρατίας, ένιοι στεφανωμένοι με φανταστικές δάφνες αντιδικτατορικής δράσης, θα παραμείνουμε σε ιστορικό τέλμα – δεν πιστεύω να φαντάζεστε ότι θα λύσουν το πρόβλημα αυτοί που το δημιούργησαν.
Όσο στον δημόσιο λόγο κυριαρχεί η ιδεολογικοπολιτική ηγεμονία της Αριστεράς και όσο ως μοναδικό αντίπαλο σε αυτήν δέος προβάλλεται το απεχθές δόγμα του νεοφιλελευθερισμού, που έχει εκπεφρασμένο στόχο την επιστροφή των κοινωνιών στην φεουδαρχία, το πολιτικό σύστημα θα αναδεικνύει ως επίδοξους ηγέτες Δούρου, Θεοδωράκηδες και Κυριάκους. Ημιμαθείς, ανεκδιήγητους και γόνους.
Λένε, παραστατικά, πώς «όταν βρίσκεσαι σε παρακμή δεν βγάζεις κέρατα», δηλαδή δεν συμβαίνει κάτι πανηγυρικά χαρακτηριστικό που να δηλώνει την κατάστασή σου. Αυτό που συνιστά την παρακμή είναι η έκλειψη της αξιοκρατίας, το ότι οι φαύλοι έχουν αναλάβει τα ηνία της κοινωνίας και οι υγιείς δυνάμεις της δεν μπορούν να επικρατήσουν.
Το ότι βρήκαν το δρόμο προς την Ευρωβουλή άνθρωποι όπως π.χ. η Μαρία Σπυράκη (Περαστικά!) αλλά όχι άνθρωποι όπως π.χ. ο Φαήλος Κρανιδιώτης δηλώνει τα όρια των εφικτών σήμερα παρεμβάσεων στην πολιτική εκπροσώπηση. Αυτό ακριβώς οφείλει να ανατραπεί.
Η χώρα χρειάζεται κάτι σαν Σχολή Ευελπίδων πολιτικών, αλλοιώς οι μελλοντικές ηγεσίες θα αναδειχθούν από τους σημερινούς καταληψίες του Καποδιστριακού.
Η μετά Βασίλη Ζήση εποχή θέτει στο antinews, πάντα κατά την προσωπική μου άποψη, δυο επιταγές :
Α. Κείμενα έγκυρα, διεισδυτικά, αφυπνιστικά, διαφωτιστικά.
Β. Ανάδειξη και προβολή νέων πολιτικών παραγόντων που θα ενσωματωθούν στις υπάρχουσες πατριωτικές δυνάμεις.
Και το καλύτερο μνημόσυνο για τον Φάκτορα -έτσι τον φώναζα- θα ήταν η πραγματοποίηση του στόχου που εξέφρασε σε ένα από τα τελευταία του σχόλια : «Η σχολιογραφία στο antinews θα ξαναγίνει εστέτ. Για σχολιογράφους και προβληματισμό υψηλού επιπέδου».
Φίλε, ταξίδεψες νωρίς.
Όμως στο χαμό ενός μαχητή δεν ταιριάζει μόνο θρήνος αλλά και εξύμνηση του θριάμβου μιας ζωής που δεν πήγε στα χαμένα.
Γι’ αυτό παραφράζω τη διαθήκη του Γ.Ε. Διακογιάννη:
Ταξίδεψες, αγάπησες, σε αγάπησαν, συγκρούσθηκες, έχασες-κέρδισες. Ήσουν τυχερός !
Του Προφήτη
http://www.antinews.gr
«Λένε πως είμαι καλός στα κατευόδια – εφόσον βέβαια γουστάρω το μακαρίτη», απάντησα στον ίδιο τόνο.
«Θα γράψεις και για μένα, άμα τύχει;…» ρώτησε δήθεν αδιάφορα μετά από μια στιγμή σιωπής.
«Εσύ φρόντισε μόνο να πεθάνεις, τα υπόλοιπα άστα πάνω μου, θα κλάψουν και τα τσιμέντα!» απάντησα με επιτηδευμένο κυνισμό που γνώριζα ότι θα αντιληφθεί. Ξεσπάσαμε σε γέλια.
Μόνο που τότε δεν πίστευα επ’ ουδενί ότι η στιγμή θα ερχόταν τόσο σύντομα.
Οι μεγάλοι αντιλαμβάνονται πότε η Ιστορία βρίσκεται «στην κόψη». Δρουν ακριβώς τότε. Και με τη δράση τους στρέφουν τη ροή των ιστορικών γεγονότων προς αυτή ή την άλλη κατεύθυνση. Εδώ ακριβώς ψηλαφούνται τα στοιχεία μεγαλοσύνης τού Βασίλη Ζήση. Υπερβάλλω; Πάμε μια βόλτα στο πρόσφατο παρελθόν.
Το 2007 η ελληνική κοινωνία βρισκόταν σε ανήσυχη ραστώνη. Η δύναμη της αδρανείας εξακολουθούσε πανίσχυρη να υπαγορεύει τις (μη) εξελίξεις. Η δημοσιονομική κραιπάλη εικοσιπέντε χρόνων συνεχιζόταν ανέγγιχτη. Στην ΕΕ, η Γερμανία «έκανε τα στραβά μάτια» για τα ελληνικά δημοσιονομικά, συμψηφίζοντας την απροθυμία της Ελλάδας να συμμετάσχει σε τυχόν μέτωπο των Νοτίων για το κοινό, φλέγον πρόβλημα του χρέους.
Παχυλοί μισθοί και συντάξεις καταβαλλόντουσαν από το Δημόσιο, δημιουργώντας μια ζήτηση που τροφοδοτούσε με κύκλο εργασιών τον, σε ένα ποσοστό παρασιτικό, ιδιωτικό τομέα.
Κρατικές προμήθειες, δημόσια έργα και κάθε μορφής καταβαλλόμενα από το Δημόσιο κονδύλια εγγραφόντουσαν ως δημόσιες δαπάνες που αύξαναν το συσσωρευόμενο δημόσιο χρέος ενώ, κατ’ εκτίμηση, το ήμισυ τού ποσού εγγραφής στην πραγματικότητα αύξανε τους τραπεζικούς λογαριασμούς εργολάβων, μεσαζόντων και των πολιτικών/γραφειοκρατών που υπέγραφαν τις συμβάσεις.
Ο Καραμανλής είχε διαγνώσει τις παθογένειες και με την καταγγελία τους είχε γίνει κυβέρνηση. Όμως η διακυβέρνηση του είχε ηττηθεί στα δυο εσωτερικά ζητήματα που είχε αναδείξει ως κρισιμότερα, την πολυδιακηρυχθείσα αλλά ουδέποτε δρομολογηθείσα «επανίδρυση του κράτους» και τον ακυρωθέντα «βασικό μέτοχο». Κάθαρση δεν φαινόταν πουθενά στον ορίζοντα.
Η καταστροφή ή η εξαγορά της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας, συνέπεια του πλήρους ανοίγματος της στην ευρωπαϊκή υπερδομή, είχε ολοκληρωθεί, μεταμορφώνοντάς την σε έρημο υπηρεσιών με σποραδικές, ανώδυνες για τους «εταίρους», οάσεις παραγωγής. Το γεγονός ότι έπρεπε να εισάγουμε σχεδόν τα πάντα σκουπιζόταν κάτω από το χαλί των κοινοτικών κονδυλίων που εισέρρεαν, γινόντουσαν πρώτα υπερτιμολογημένα έργα και «επενδύσεις», κατόπιν πολυτελής κατανάλωση, και τέλος δια των εισαγωγών επέστρεφαν κατά μεγάλο μέρος εκεί από όπου είχαν ξεκινήσει.
Τα καθεστωτικά ΜΜΕ αποκοίμιζαν γλυκά το πόπολο με μπαράζ καταναλωτικής προπαγάνδας και υποσχέσεις ευζωίας - με δανεικά. Το πολιτικό blogging μετρούσε λίγα χρόνια ζωής, αλλά κυρίως εκτόνωνε πολιτικά εξοργισμένους χαμηλής διανοητικής στάθμης που είχαν βρει μέσο για να βρίζουν ανώνυμα.
Η ατμόσφαιρα ήταν ασφυκτική από την απουσία κάθαρσης για μια απύθμενη διαφθορά που όλοι γνώριζαν όμως κανείς δεν κατήγγειλε, για να μη θέσει σε κίνδυνο το λιγότερο ή περισσότερο εύθραυστο προσωπικό του καθεστώς.
Όμως η αλήθεια ήταν εκεί, η Κρίση ήταν εκεί –όχι ακόμα διακηρυγμένη, και αυτοί που «πνιγόντουσαν» από την μαγική εικόνα που κυριαρχούσε στον δημόσιο λόγο είχαν γίνει μια κρίσιμη μάζα με ανάγκη έκφρασης. Ήταν η «μαγιά» για ένα φόρουμ πολιτικής ενημέρωσης και διαλόγου.
Τότε, έκανε ο Βασίλης την κίνηση.Και εγένετο antinews. Και εγένετο FactorX. Και εγένοντο όλα τα ευφάνταστα ψευδώνυμα που έκτοτε απέκτησαν για όλους μας (εκτός από εκείνους που τα αλλάζουν τακτικά …) ισχύ επώνυμης υπογραφής. Και εγένετο ένας κύκλος όχι χαμένων ποιητών αλλά αιχμηρών σχολιαστών, ο οποίος κάποια στιγμή έφτασε στο σημείο να λαμβάνεται υπ’ όψιν από τον στενό κύκλο της ύπατης πολιτικής εξουσίας.
Δεν τού το συγχώρεσαν. Τον είχαν, βλέπετε, πολιτογραφήσει οριστικά ως παρία μετά τη θέση του στο περιθώριο από τις διώξεις λόγω των αποκαλύψεών του για τις ανομίες τους, και είχαν αποκλείσει κάθε πιθανότητα «ολικής επαναφοράς» του (το ίδιο και κάποιον άλλο που έφτασε ώς την πρωθυπουργία…)
«Ποιοι είναι αυτοί οι ημιπαράφρονες;» έκρωζαν ευγενέστατα ο κ. Παπαχελάς και άλλοι συστημικοί κήνσορες για τους αρθρογράφους και τους σχολιαστές του antinews.
Ωραία, κάλυψε μια ανάγκη στην αγορά της ενημέρωσης, θα αντιτείνει κάποιος, από πού κι ως πού «μεγάλος»; Λίγη υπομονή.
Το φθινόπωρο του 2009 βρίσκει το antinews ένα εργαστήριο πολιτικού διαλόγου, μοναδικό στο ελληνικό διαδίκτυο, που τα συστημικά μέσα αγνοούν επιδεικτικά αλλά οι πολιτικοποιημένοι χρήστες γνωρίζουν, εμπιστεύονται και συμμετέχουν.
Η 5η Οκτωβρίου 2009 βρίσκει τη Ντόρα Μπακογιάνη (Να ζήσει το εγγόνι!) το απόλυτο φαβορί για την ανάληψη της ηγεσίας της ΝΔ. Πενήντα έξι μέρες μετά, τις πρώτες πρωινές ώρες της 30ης Νοεμβρίου 2009, παραδέχεται την ήττα της.
Τι έχει μεσολαβήσει; Μέχρι την 10η Οκτωβρίου 2009 έχει ριχτεί από το antinews το σύνθημα «κίνημα για την εκλογή του Αντώνη Σαμαρά», σε έναν πολιτικό χώρο όπου η λέξη «κίνημα» προκαλεί αποπληξία, που δημιουργεί όμως ενθουσιασμό μετά την «παγωμάρα» της εκλογικής ήττας. Ο ενθουσιασμός αυτός διαχέεται και τελικά προκρίνει την εκλογή του αρχηγού από τη βάση, αντί τής μέχρι τότε προδιαγεγραμμένης εκλογής από εκλεκτορικό σώμα, τους βουλευτές και πιθανόν στελέχη. Ακολουθούν συμμαχίες κορυφής και στηρίξεις στελεχών, θερμός διαδικτυακός πόλεμος-στην κυριολεξία και τέλος η πρωτοφανής κινητοποίηση της 29ης Νοεμβρίου 2009. Ο Αντώνης Σαμαράς γίνεται αρχηγός της ΝΔ και εξ αυτού το 2012 πρωθυπουργός.
Δεν γνωρίζω αν η κ. Μπακογιάνη εφόσον γινόταν αρχηγός τής ΝΔ θα γινόταν κατόπιν πρωθυπουργός, ούτε αν τότε θα ήταν καλύτερη πρωθυπουργός από τον κ. Σαμαρά, αυτά ανήκουν στα «αν» της Ιστορίας. Γνωρίζω μόνο τι έγραψε η Ιστορία.
Και γνωρίζω ότι στις εξελίξεις το antinews διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο (όσο και αν κάποιοι δεν θα ήθελαν να αναγνωρίσουν την βαρύτητα αυτού τού ρόλου). Αν αυτή δεν είναι παρέμβαση στην ροή των ιστορικών γεγονότων τότε ποια είναι;
Έτσι η Ανάγκη έγινε Ιστορία.
Και ο στίχος του Αλκαίου πραγματικότητα.
Μέχρι τότε, ισχύ να επηρεάσουν τις εξελίξεις σε επίπεδο κορυφής στα δύο ελληνικά κόμματα εξουσίας είχαν μόνο τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ πανίσχυρων επιχειρηματιών, όχι ένας outsider απ’ την Καρδίτσα. Που όμως υπήρξε ένα από τα καθαρόαιμα «πολιτικά ζώα» που γέννησαν αυτά τα χώματα τις τελευταίες δεκαετίες, είμαι σίγουρος ότι και στον βαρκάρη που τον πέρασε απέναντι έπιασε κουβέντα για το αν η Βουλή αυτή θα εκλέξει Πρόεδρο Δημοκρατίας.
Γράφτηκαν πολλά γι’ αυτόν τις τελευταίες μέρες – του άξιζαν και περισσότερα.
Ήταν ένας γενναίος άντρας και πατριώτης.
Ένας παθιασμένος εραστής του ωραίου κειμένου.
Ένας «επίμονος κηπουρός».Η σχέση μας υπήρξε ακατάπαυστα συγκρουσιακή. Τσακωνόμασταν διαρκώς, ενίοτε απολαμβάνοντάς το, για μια διατύπωση, για μια λέξη, για ένα σχόλιο, για την αποτίμηση της πολιτικής συγκυρίας, για τον πολιτικό προσανατολισμό τού antinews.
Αλλά…
Αλλά μοιραζόμασταν κοινούς κώδικες που μας έκαναν να συνεννοούμαστε ακαριαία.
Μοιραζόμασταν την αγάπη για τον John le Carre, το Ράλλυ Ακρόπολις και το εξεζητημένα ακριβόλογο κείμενο.
Μοιραστήκαμε απογεύματα στο Κολωνάκι -που πλέον έγιναν ακριβές θύμησες- με ιστορικές αναδρομές, πολιτικές αναλύσεις, προσωπικές εκμυστηρεύσεις.
Μοιραζόμασταν το πάθος για σύγκρουση με όποιον και ό,τι ομονοούσαμε ότι βύθιζε αυτή τη λατρεμένη πατρίδα.
Και πάνω απ’ όλα, μοιραζόμασταν την πίστη σε αυτό που είχε διακηρύξει ο Samuel Adams (1722-1803) : «Δεν απαιτείται πλειοψηφία για την επικράτηση, αλλά μάλλον μια οργισμένη, ακούραστη μειοψηφία, παθιασμένη να βάζει φωτιές ελευθερίας στα μυαλά των ανθρώπων».
Από την πεποίθηση αυτή προκύπτει το, κατ’ εμέ, επόμενο στοίχημα τού antinews. Το βάρος του οποίου δεν πέφτει μόνο στον Πάνο αλλά σε όλους.Αν το 2007 η ελληνική κοινωνία βρισκόταν σε ανήσυχη ραστώνη, το τέλος του 2014 βρίσκεται σε ασύγγνωστη απόγνωση. Ασύγγνωστη διότι η πλημμυρίδα δημοσιευμάτων, απόψεων, θεωριών με την οποία έχει βομβαρδιστεί η κοινή γνώμη δεν είχαν στόχο να την ενημερώσουν για το «τι συνέβη», «τις πταίει» και «τι δέον γενέσθαι».
Είχαν στόχο
α) να καλύψουν ιστορικές ευθύνες κομμάτων και πολιτικών
β) να κολακέψουν το εκλογικό σώμα ως μη έχον ευθύνη για τις επιλογές του
γ) να αποκρύψουν τη δράση της εγχώριας οικονομικής ελίτ σε βάρος των νοουμένων εθνικών συμφερόντων
δ) να ουδετεροποιήσουν το ρόλο και τις επιδιώξεις του ξένου παράγοντα.
Ακόμη δεν έχουμε συνειδητοποιήσει τι ακριβώς μας έχει συμβεί, γι’ αυτό και δεν εμφανίζονται καινούριες ηγετικές φυσιογνωμίες που θα εκφράσουν την ιστορική ανάγκη να περάσει το έθνος σε νέα εποχή, υπερασπίζοντας βωμούς και εστίες αλλά ανατρέποντας την καθεστηκυία τάξη της τελευταίας 40ετίας.
Η πραγματική κρίση είναι ότι προσπαθούμε να προχωρήσουμε δίχως κάθαρση, με την έννοια της αποβολής του ακαθάρτου.Αν επιβιώσει ο εσμός πολιτικών, επιχειρηματιών, δημοσιογράφων και δημοσιολογούντων που συναπάρτισαν, επέβαλαν και στήριξαν το καθεστώς της μεταπολιτευτικής κλεπτοκρατίας, ένιοι στεφανωμένοι με φανταστικές δάφνες αντιδικτατορικής δράσης, θα παραμείνουμε σε ιστορικό τέλμα – δεν πιστεύω να φαντάζεστε ότι θα λύσουν το πρόβλημα αυτοί που το δημιούργησαν.
Όσο στον δημόσιο λόγο κυριαρχεί η ιδεολογικοπολιτική ηγεμονία της Αριστεράς και όσο ως μοναδικό αντίπαλο σε αυτήν δέος προβάλλεται το απεχθές δόγμα του νεοφιλελευθερισμού, που έχει εκπεφρασμένο στόχο την επιστροφή των κοινωνιών στην φεουδαρχία, το πολιτικό σύστημα θα αναδεικνύει ως επίδοξους ηγέτες Δούρου, Θεοδωράκηδες και Κυριάκους. Ημιμαθείς, ανεκδιήγητους και γόνους.
Λένε, παραστατικά, πώς «όταν βρίσκεσαι σε παρακμή δεν βγάζεις κέρατα», δηλαδή δεν συμβαίνει κάτι πανηγυρικά χαρακτηριστικό που να δηλώνει την κατάστασή σου. Αυτό που συνιστά την παρακμή είναι η έκλειψη της αξιοκρατίας, το ότι οι φαύλοι έχουν αναλάβει τα ηνία της κοινωνίας και οι υγιείς δυνάμεις της δεν μπορούν να επικρατήσουν.
Το ότι βρήκαν το δρόμο προς την Ευρωβουλή άνθρωποι όπως π.χ. η Μαρία Σπυράκη (Περαστικά!) αλλά όχι άνθρωποι όπως π.χ. ο Φαήλος Κρανιδιώτης δηλώνει τα όρια των εφικτών σήμερα παρεμβάσεων στην πολιτική εκπροσώπηση. Αυτό ακριβώς οφείλει να ανατραπεί.
Η χώρα χρειάζεται κάτι σαν Σχολή Ευελπίδων πολιτικών, αλλοιώς οι μελλοντικές ηγεσίες θα αναδειχθούν από τους σημερινούς καταληψίες του Καποδιστριακού.
Η μετά Βασίλη Ζήση εποχή θέτει στο antinews, πάντα κατά την προσωπική μου άποψη, δυο επιταγές :
Α. Κείμενα έγκυρα, διεισδυτικά, αφυπνιστικά, διαφωτιστικά.
Β. Ανάδειξη και προβολή νέων πολιτικών παραγόντων που θα ενσωματωθούν στις υπάρχουσες πατριωτικές δυνάμεις.
Και το καλύτερο μνημόσυνο για τον Φάκτορα -έτσι τον φώναζα- θα ήταν η πραγματοποίηση του στόχου που εξέφρασε σε ένα από τα τελευταία του σχόλια : «Η σχολιογραφία στο antinews θα ξαναγίνει εστέτ. Για σχολιογράφους και προβληματισμό υψηλού επιπέδου».
Φίλε, ταξίδεψες νωρίς.
Όμως στο χαμό ενός μαχητή δεν ταιριάζει μόνο θρήνος αλλά και εξύμνηση του θριάμβου μιας ζωής που δεν πήγε στα χαμένα.
Γι’ αυτό παραφράζω τη διαθήκη του Γ.Ε. Διακογιάννη:
Ταξίδεψες, αγάπησες, σε αγάπησαν, συγκρούσθηκες, έχασες-κέρδισες. Ήσουν τυχερός !
Του Προφήτη
http://www.antinews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου