Η έλλειψη ικανότητας να επεξεργαστούν τις πληροφορίες για τους υπόπτους
μπορεί να εξηγήσει, εν μέρει, την αποτυχία να «προβλέψουν» την
τρομοκρατική επίθεση.
Με κάθε νέο κομμάτι πληροφοριών που έρχονται στο φως σχετικά με τους δράστες των επιθέσεων, γίνεται σαφέστερο ότι οι μυστικές υπηρεσίες της Γαλλίας και του Βελγίου γνώριζαν για το τζιχαντιστικό τους υπόβαθρο.
Αρκετοί είχαν φακέλους εξαιτίας της ριζοσπαστικοποίησής τους. Τουλάχιστον πέντε είχαν ταξιδέψει για να πολεμήσουν στη Συρία και επέστρεψαν στις πατρίδες τους στη Γαλλία ή το Βέλγιο. Ήταν κουκίδες στην οθόνη του ραντάρ, αλλά οι υπηρεσίες ασφαλείας απέτυχαν να συνεργαστούν και έτσι παρέβλεψαν το ενδεχόμενο μιας συγκεντρωτικής συνωμοσίας. «Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους επέστρεψαν από τη Συρία και κανείς δεν τους σταμάτησε», δήλωσε η Ναταλί Γκουλέ, μέλος της εξωτερικής και αμυντικής επιτροπής της Γαλλικής Γερουσίας. «Όποια και αν είναι η μεταρρύθμιση που έχει τεθεί σε εφαρμογή [των μυστικών υπηρεσιών] δεν λειτουργεί».
Στο Βέλγιο, η κοινοβουλευτική επιτροπή που επιβλέπει τις υπηρεσίες πληροφοριών της χώρας έχει ξεκινήσει έρευνα σχετικά με τις ελλείψεις στην πορεία προς τις επιθέσεις. Ο βουλευτής των Πρασίνων Σταφάαν Βαν Χέκε δήλωσε: «Φαίνεται ότι οι τρομοκράτες κατάφεραν να ξεφύγουν από το ραντάρ των μυστικών υπηρεσιών και την αστυνομία. Το ζήτημα είναι να γνωρίζουμε τι περισσότερο μπορούμε να κάνουμε τώρα».
Ο Αμπντέλ-Χαμίντ Αμπού Ούντ, ο οποίος σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές ήταν ο ιθύνων νους πίσω από την επίθεση, είχε χαρακτηριστεί ως συνεργός των δύο τζιχαντιστών που σκοτώθηκαν σε ανταλλαγή πυροβολισμών, σε ένα σπίτι στην ανατολική βελγική πόλη Βερβιέρ τον Ιανουάριο. Με δική του πρωτοβουλία είχαν επιστρέψει από τη Συρία μαζί του το προηγούμενο έτος και δημιούργησαν ένα ασφαλές σπίτι εκεί.
Μετά την επιδρομή στο σπίτι, οι αρχές «κατάλαβαν ότι ήμουν μαζί με τους αδελφούς και ότι σχεδιάζαμε επιχειρήσεις μαζί», είπε. «Το όνομα και η φωτογραφία μου ήταν σε όλες τις ειδήσεις, κι όμως ήμουν σε θέση να παραμείνω στην πατρίδα τους, σχεδιάζοντας ενέργειες εναντίον τους, και να φύγω με ασφάλεια όταν έγινε αναγκαίο». Σε κάποια φάση, ο Αμπού Ούντ αφηγείται ότι τον σταμάτησε ένας αστυνομικός, ο οποίος τον έλεγξε βάσει της φωτογραφίας που είχε για τον καταζητούμενο, αλλά παρόλα αυτά δεν κατάφερε να τον αναγνωρίσει και τον άφησε να φύγει.
Ένας από τους επιτιθέμενους στο Stade de France, ο Ομάρ Ισμαήλ Μοστεφάι, είχε έναν φάκελο στην γαλλική αστυνομία με την ένδειξη «S», που συμβολίζει την υποψία για ριζοσπαστικοποίηση, από το 2010. Είχε πάει στη Συρία το 2013 και επέστρεψε στη Γαλλία την άνοιξη του 2014. Οι τουρκικές αρχές ισχυρίζονται ότι προσπάθησε δύο φορές να προειδοποιήσει τους Γάλλους ομολόγους τους για την απειλή που αποτελούσε, τον Δεκέμβριο του 2014 και τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους, αλλά δεν φάνηκε να έδωσαν σημασία. Ομοίως, ο Σάμι Αμιμούρ, ένας από τους ενόπλους στο Bataclan, είχε τεθεί υπό κράτηση τον Οκτώβριο του 2012 με την υποψία συνδέσεων με τρομοκράτες και είχε ένα διεθνές ένταλμα σύλληψης, αφού δεν τήρησε την αναστολή του το επόμενο έτος και ταξίδεψε στη Συρία. Ωστόσο, επέστρεψε στα μέσα Οκτωβρίου 2014 και κατάφερε να παραμείνει ασύλληπτος μέχρι τις επιθέσεις.
Σε ένα ακόμα περιστατικό που προκαλεί αμηχανία, είχαν σταματήσει τον Σαλαχ Αμπντεσλάμ, ο οποίος νοίκιασε ένα από τα αυτοκίνητα που χρησιμοποιήθηκαν από τους δράστες και είναι ο αδελφός ενός από τους τρομοκράτες που ανατινάχθηκε έξω από το καφέ Comptoir Voltaire, ενώ επέβαινε σε όχημα μαζί με δύο άλλους άνδρες στα γαλλο-βελγικά σύνορα, λίγες ώρες μετά την επίθεση –τον ανέκριναν, αλλά στη συνέχεια αφέθηκε ελεύθερος. «Αυτό δείχνει τεράστια αμέλεια, αν επιβεβαιωθεί», είπε ένας πρώην ανώτερος αξιωματούχος της MI6. «Πρέπει να ερωτηθούν γιατί μια μεγάλης κλίμακας επίθεση σαν αυτή, που θα είχε ένα αποτύπωμα, δεν εντοπίστηκε από τις υπηρεσίες πληροφοριών».
Μιλώντας στην Ουάσινγκτον τη Δευτέρα, ο διευθυντής της CIA Τζον Μπρέναν υποστήριξε ότι για τα κενά στις μυστικές υπηρεσίες που οδήγησαν στις επιθέσεις του Παρισιού υπεύθυνη είναι η αύξηση της ικανότητας των τρομοκρατικών δικτύων να επικοινωνούν χωρίς να υποκλέπτονται από τις υπηρεσίες ασφαλείας. Ο Μπρέναν ανέφερε ότι υπήρξε «σημαντική αύξηση της επιχειρησιακής ασφάλειας του αριθμού αυτών των επιχειρησιακών και τρομοκρατικών δικτύων που έχουν κάνει σχολή σχετικά με το τι είναι αυτό που πρέπει να κάνουν, προκειμένου να διατηρήσουν τις δραστηριότητές τους κρυφές από τις αρχές».
Η βελγική κυβέρνηση έχει πει ότι τα τρομοκρατικά δίκτυα στο Βέλγιο είχαν αρχίσει τη χρήση του Sony Play Station 4 για τις επικοινωνίες τους, ως έναν τρόπο για την αποφυγή παρακολούθησης.
Ο Μπρέναν υποστήριξε ότι αυτές οι εξελίξεις οφείλονται σε έναν «αριθμό αυθαίρετων αποκαλύψεων και πολύς πίεσης για το ρόλο της κυβέρνησης στην προσπάθεια να αποκαλύψει αυτούς τους τρομοκράτες» και απηύθυνε έκκληση στις μυστικές υπηρεσίες να δοθεί μεγαλύτερη ελευθερία να διεξάγει παρακολουθήσεις. Ωστόσο, ο Φρανσουά Χεϊσμπούργ, πρώην μέλος της γαλλικής προεδρικής επιτροπής για την άμυνα και την ασφάλεια, είπε ότι το σημαντικότερο πρόβλημα δεν ήταν η έλλειψη πληροφοριών σχετικά με τους υπόπτους, αλλά η έλλειψη της ικανότητας να επεξεργάζονται τις πληροφορίες αυτές. «Είναι λιγότερο μια αποτυχία των υπηρεσιών πληροφοριών και περισσότερο της ικανότητας να δώσουν συνέχεια στο θέμα των δεδομένων των υπηρεσιών», δήλωσε ο Χεϊσμπούργ, νυν πρόεδρος του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών και του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας της Γενεύης. «Η εγχώρια υπηρεσία ασφαλείας ανανεώθηκε πλήρως το 2013, αλλά εξακολουθεί να υποχρηματοδοτείται και να έχει ελλείψεις. Είναι στη διαδικασία της μεταρρύθμισης, αλλά η μεταρρύθμιση παράγει καρπούς μόνο σε τέσσερα ή πέντε χρόνια».
theguardian.com
Με κάθε νέο κομμάτι πληροφοριών που έρχονται στο φως σχετικά με τους δράστες των επιθέσεων, γίνεται σαφέστερο ότι οι μυστικές υπηρεσίες της Γαλλίας και του Βελγίου γνώριζαν για το τζιχαντιστικό τους υπόβαθρο.
Αρκετοί είχαν φακέλους εξαιτίας της ριζοσπαστικοποίησής τους. Τουλάχιστον πέντε είχαν ταξιδέψει για να πολεμήσουν στη Συρία και επέστρεψαν στις πατρίδες τους στη Γαλλία ή το Βέλγιο. Ήταν κουκίδες στην οθόνη του ραντάρ, αλλά οι υπηρεσίες ασφαλείας απέτυχαν να συνεργαστούν και έτσι παρέβλεψαν το ενδεχόμενο μιας συγκεντρωτικής συνωμοσίας. «Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους επέστρεψαν από τη Συρία και κανείς δεν τους σταμάτησε», δήλωσε η Ναταλί Γκουλέ, μέλος της εξωτερικής και αμυντικής επιτροπής της Γαλλικής Γερουσίας. «Όποια και αν είναι η μεταρρύθμιση που έχει τεθεί σε εφαρμογή [των μυστικών υπηρεσιών] δεν λειτουργεί».
Στο Βέλγιο, η κοινοβουλευτική επιτροπή που επιβλέπει τις υπηρεσίες πληροφοριών της χώρας έχει ξεκινήσει έρευνα σχετικά με τις ελλείψεις στην πορεία προς τις επιθέσεις. Ο βουλευτής των Πρασίνων Σταφάαν Βαν Χέκε δήλωσε: «Φαίνεται ότι οι τρομοκράτες κατάφεραν να ξεφύγουν από το ραντάρ των μυστικών υπηρεσιών και την αστυνομία. Το ζήτημα είναι να γνωρίζουμε τι περισσότερο μπορούμε να κάνουμε τώρα».
Ο Αμπντέλ-Χαμίντ Αμπού Ούντ, ο οποίος σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές ήταν ο ιθύνων νους πίσω από την επίθεση, είχε χαρακτηριστεί ως συνεργός των δύο τζιχαντιστών που σκοτώθηκαν σε ανταλλαγή πυροβολισμών, σε ένα σπίτι στην ανατολική βελγική πόλη Βερβιέρ τον Ιανουάριο. Με δική του πρωτοβουλία είχαν επιστρέψει από τη Συρία μαζί του το προηγούμενο έτος και δημιούργησαν ένα ασφαλές σπίτι εκεί.
Μετά την επιδρομή στο σπίτι, οι αρχές «κατάλαβαν ότι ήμουν μαζί με τους αδελφούς και ότι σχεδιάζαμε επιχειρήσεις μαζί», είπε. «Το όνομα και η φωτογραφία μου ήταν σε όλες τις ειδήσεις, κι όμως ήμουν σε θέση να παραμείνω στην πατρίδα τους, σχεδιάζοντας ενέργειες εναντίον τους, και να φύγω με ασφάλεια όταν έγινε αναγκαίο». Σε κάποια φάση, ο Αμπού Ούντ αφηγείται ότι τον σταμάτησε ένας αστυνομικός, ο οποίος τον έλεγξε βάσει της φωτογραφίας που είχε για τον καταζητούμενο, αλλά παρόλα αυτά δεν κατάφερε να τον αναγνωρίσει και τον άφησε να φύγει.
Ένας από τους επιτιθέμενους στο Stade de France, ο Ομάρ Ισμαήλ Μοστεφάι, είχε έναν φάκελο στην γαλλική αστυνομία με την ένδειξη «S», που συμβολίζει την υποψία για ριζοσπαστικοποίηση, από το 2010. Είχε πάει στη Συρία το 2013 και επέστρεψε στη Γαλλία την άνοιξη του 2014. Οι τουρκικές αρχές ισχυρίζονται ότι προσπάθησε δύο φορές να προειδοποιήσει τους Γάλλους ομολόγους τους για την απειλή που αποτελούσε, τον Δεκέμβριο του 2014 και τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους, αλλά δεν φάνηκε να έδωσαν σημασία. Ομοίως, ο Σάμι Αμιμούρ, ένας από τους ενόπλους στο Bataclan, είχε τεθεί υπό κράτηση τον Οκτώβριο του 2012 με την υποψία συνδέσεων με τρομοκράτες και είχε ένα διεθνές ένταλμα σύλληψης, αφού δεν τήρησε την αναστολή του το επόμενο έτος και ταξίδεψε στη Συρία. Ωστόσο, επέστρεψε στα μέσα Οκτωβρίου 2014 και κατάφερε να παραμείνει ασύλληπτος μέχρι τις επιθέσεις.
Σε ένα ακόμα περιστατικό που προκαλεί αμηχανία, είχαν σταματήσει τον Σαλαχ Αμπντεσλάμ, ο οποίος νοίκιασε ένα από τα αυτοκίνητα που χρησιμοποιήθηκαν από τους δράστες και είναι ο αδελφός ενός από τους τρομοκράτες που ανατινάχθηκε έξω από το καφέ Comptoir Voltaire, ενώ επέβαινε σε όχημα μαζί με δύο άλλους άνδρες στα γαλλο-βελγικά σύνορα, λίγες ώρες μετά την επίθεση –τον ανέκριναν, αλλά στη συνέχεια αφέθηκε ελεύθερος. «Αυτό δείχνει τεράστια αμέλεια, αν επιβεβαιωθεί», είπε ένας πρώην ανώτερος αξιωματούχος της MI6. «Πρέπει να ερωτηθούν γιατί μια μεγάλης κλίμακας επίθεση σαν αυτή, που θα είχε ένα αποτύπωμα, δεν εντοπίστηκε από τις υπηρεσίες πληροφοριών».
Μιλώντας στην Ουάσινγκτον τη Δευτέρα, ο διευθυντής της CIA Τζον Μπρέναν υποστήριξε ότι για τα κενά στις μυστικές υπηρεσίες που οδήγησαν στις επιθέσεις του Παρισιού υπεύθυνη είναι η αύξηση της ικανότητας των τρομοκρατικών δικτύων να επικοινωνούν χωρίς να υποκλέπτονται από τις υπηρεσίες ασφαλείας. Ο Μπρέναν ανέφερε ότι υπήρξε «σημαντική αύξηση της επιχειρησιακής ασφάλειας του αριθμού αυτών των επιχειρησιακών και τρομοκρατικών δικτύων που έχουν κάνει σχολή σχετικά με το τι είναι αυτό που πρέπει να κάνουν, προκειμένου να διατηρήσουν τις δραστηριότητές τους κρυφές από τις αρχές».
Η βελγική κυβέρνηση έχει πει ότι τα τρομοκρατικά δίκτυα στο Βέλγιο είχαν αρχίσει τη χρήση του Sony Play Station 4 για τις επικοινωνίες τους, ως έναν τρόπο για την αποφυγή παρακολούθησης.
Ο Μπρέναν υποστήριξε ότι αυτές οι εξελίξεις οφείλονται σε έναν «αριθμό αυθαίρετων αποκαλύψεων και πολύς πίεσης για το ρόλο της κυβέρνησης στην προσπάθεια να αποκαλύψει αυτούς τους τρομοκράτες» και απηύθυνε έκκληση στις μυστικές υπηρεσίες να δοθεί μεγαλύτερη ελευθερία να διεξάγει παρακολουθήσεις. Ωστόσο, ο Φρανσουά Χεϊσμπούργ, πρώην μέλος της γαλλικής προεδρικής επιτροπής για την άμυνα και την ασφάλεια, είπε ότι το σημαντικότερο πρόβλημα δεν ήταν η έλλειψη πληροφοριών σχετικά με τους υπόπτους, αλλά η έλλειψη της ικανότητας να επεξεργάζονται τις πληροφορίες αυτές. «Είναι λιγότερο μια αποτυχία των υπηρεσιών πληροφοριών και περισσότερο της ικανότητας να δώσουν συνέχεια στο θέμα των δεδομένων των υπηρεσιών», δήλωσε ο Χεϊσμπούργ, νυν πρόεδρος του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών και του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας της Γενεύης. «Η εγχώρια υπηρεσία ασφαλείας ανανεώθηκε πλήρως το 2013, αλλά εξακολουθεί να υποχρηματοδοτείται και να έχει ελλείψεις. Είναι στη διαδικασία της μεταρρύθμισης, αλλά η μεταρρύθμιση παράγει καρπούς μόνο σε τέσσερα ή πέντε χρόνια».
theguardian.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου