Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι το κατανάλωναν ως φρούτο και το μετέφεραν μαζί τους ως αποθήκη νερού, μιας και το 90% του καρπουζιού αποτελείται από νερό. Τον 10ο αι. μ.Χ. καλλιεργείται στην Κίνα και τον 13ο αι. εμφανίζεται στην Ευρώπη. Η λέξη «καρπούζι» προέρχεται από την αντίστοιχη...
τουρκική «karpuz», η οποία ανάγεται στην περσική xarbuz(a). Στη, δε, Κύπρο, δανείζεται την αραβική ονομασία «πατίχα». Η ελληνική λέξη είναι «υδροπέπων». Πλούσιο σε βιταμίνες Α, Β6, C, λυκοπένιο, κάλιο και φυτικές ίνες, έχει αντιοξειδωτικές ιδιότητες που συμβάλλουν στην προστασία από διάφορους τύπους καρκίνου, αλλά θέλει λελογισμένη κατανάλωση, λόγω της περιεκτικότητας φυσικής ζάχαρης. Ισως γι' αυτό οι περισσότεροι προτιμούμε το εσωτερικό του μέρος, τη λεγόμενη «καρδιά». Η καρδιά είναι πιο γλυκιά, γιατί το καρπούζι ωριμάζει από μέσα προς τα έξω. Κι όσο περίεργο κι αν ακούγεται, αυτό μπορεί να βοηθήσει στην αναπαραγωγή του. Οταν ένα ζώο σπάσει τη φλούδα για να γευτεί τον καρπό, τρώγοντας ανακαλύπτει ότι όσο πιο μέσα «σκάβει» τόσο πιο γλυκό είναι... Ομως, κατά τη διαδικασία αυτή, θα φάει και μπόλικα κουκούτσια. Κάποια από αυτά θα τα μασήσει και θα αχρηστευτούν. Κάποια άλλα όμως θα κατέβουν αμάσητα στο στομάχι και στη συνέχεια θα αποβληθούν με τα κόπρανα δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για να φυτρώσουν καινούριες καρπουζιές. Αν η πρώτη στρώση ήταν πιο γλυκιά, τότε το ζώο θα έτρωγε το γύρω γύρω και το υπόλοιπο θα το παρατούσε.
trelokouneli
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου