ειπωθεί η ιστορία του. Κι ο ίδιος ακόμη τα έχει καταθέσει τα κατορθώματα τα δικά του στο «The Art of Deception» του 2002 («Η τέχνη της απάτης», εκδόσεις Ωκεανίδα) και των φίλων του στο «The Art of Intrusion» του 2005.
Οπότε; Τι καινούριο μας φέρνει η αυτοβιογραφία του «Ghosts in the Wires» («Φαντάσματα στις γραμμές», σε συνεργασία με τον Γουίλιαμ Σάιμον), που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Little, Brown & Company»; Το πιο σίγουρο απ’ όλα είναι ότι θα φέρει ένα ή και περισσότερα μηδενικά στις καταθέσεις του πρώην χάκερ, καθώς θα τρέξει κόσμος και κοσμάκης να το αγοράσει λόγω αναγνωρισιμότητας του συγγραφέως. Το ακόμη πιο σίγουρο είναι ότι θα φέρει μπόλικη δουλειά στην Mitnick Security Consulting LLC, την εταιρεία δηλαδή που έχει ιδρύσει εδώ και χρόνια ο άλλοτε παράνομος προσφέροντας υπηρεσίες κυβερνοασφάλειας σε πλείστες όσες επιχειρήσεις.
Πάνω απ’ όλα όμως, η αυτοβιογραφία του Μίτνικ αποτελεί ένα απολύτως προσωπικό «θέλω να τα πω». Εντάξει, τα ξανάπε στο «The Art of Deception», αλλά όχι εντελώς ξεκάθαρα για να μην στείλει στα θυμαράκια την αναστολή της ποινής του. Τώρα που έχει εκτίσει το χρέος του προς την κοινωνία και κυνηγάει τους κυβερνοεγκληματίες αντί να τον κυνηγάνε για κυβερνοεγκληματία, είναι πλέον έτοιμος να διηγηθεί την ιστορία της ζωής του. Να εξηγήσει στον κόσμο πώς ξεκίνησε πλαστογραφώντας εισιτήρια για το λεωφορείο κι έφτασε να κρυφακούει τηλεφωνικές κλήσεις της αμερικάνικης Υπηρεσίας Εθνικής Ασφαλείας -για τους φίλους NSA.
Ενδιαμέσως, είχε τρυπώσει στους κομπιούτερ εκατοντάδων εταιρειών, είχε ξεφτιλίσει τις δωρεάν τηλεφωνικές κλήσεις, είχε κάνει όνομα στους κύκλους των απανταχού χάκερ, είχε προκαλέσει σφοδρούς πονοκεφάλους στο FBI. Τόσο μεγάλος ήταν ο τρόμος των αρχών ασφαλείας, που υποστήριζαν ότι ο Μίτνικ μπορούσε να ξεκινήσει πυρηνικό ολοκαύτωμα σφυρίζοντας απλώς σε μια τηλεφωνική γραμμή. Ισχυρισμός που αφ’ ενός ενέπνευσε τους δημιουργούς της ταινίας «War Games» (1983) και αφ’ ετέρου οδήγησε τους δικαστές να επιδείξουν ελάχιστη επιείκεια, όταν η αστυνομία τον συνέλαβε τελευταία φορά το 1995. Τον κόσμο εμπρός από τα κάγκελα τον ξαναείδε μόλις το 2000, έστω κι αν δεν είχε κλέψει ούτε ένα σεντ κατά τη διάρκεια των κυβερνοπεριηγήσεών του.
Προς τι ο κόπος, λοιπόν; Γιατί βγήκε στην παρανομία απ’ το 1979 κιόλας, σε ηλικία μόλις 16 χρόνων, χακεύοντας τον πρώτο του κομπιούτερ; Μα για τι άλλο; Για τη χαρά της περιπέτειας! Αυτό τουλάχιστον λέει ο ίδιος, προσθέτοντας ότι το καλό το χάκεμα είναι κάτι ανάλογο με το σκαρφάλωμα του Εβερεστ. Οσο για την ασφάλεια τόσο των συναλλαγών στο Ιντερνετ όσο και των πάσης φύσεως συνομιλιών, μόνο γέλια του προκαλεί. «Πάντοτε βρίσκουμε τρύπες στα συστήματα των επιχειρήσεων που εξυπηρετούμε» τονίζει, συμπληρώνοντας ότι στο τηλέφωνο δεν πρέπει να λέμε κουβέντα για πράγματα σημαντικά και σοβαρά. Αν το ‘ξερε μόνο, ο Αχιλλέας Μπέος…
Πηγή: http://www.enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου