Μέχρι πρόσφατα, ο πρώην σοσιαλιστής πρωθυπουργός της Ισπανίας Jose Luis Rodríguez Zapatero, ήταν τυχερός. Όταν ανέλαβε την εξουσία, η οικονομία της χώρας ήταν ανθηρή, με το δεύτερο μεγαλύτερο πλεόνασμα της Ευρώπης. Όλα ήταν στρωμένα για την φιλόδοξη κοινωνική του ατζέντα, που απολάμβανε μεγάλης υποστήριξης από πλευράς της προοδευτικής εκλογικής βάσης.
Η οικονομική κρίση που προέκυψε τον ανάγκασε να αποσυρθεί. Η συντηρητική αντιπολίτευση τον κυνήγησε αμείλικτα, όπως και το ίδιο του το κόμμα, που υπέστη συντριπτική ήττα.
Ο Zapatero όμως δεν ήταν το μοναδικό θύμα. Θύματα της κρίσης έπεσαν και οι κεντροαριστερές κυβερνήσεις της Πορτογαλίας και της Ελλάδας. Πρόκειται για μια μακραίωνη τάση. Εδώ και δέκα χρόνια, οι αριστερές κυβερνήσεις της Ευρώπης παραπαίουν.
Το 2000, οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις βρίσκονταν στο τιμόνι των μισών από τις χώρες της ΕΕ. Ο σημερινός αριθμός τους είναι μόλις τρεις. Η κρίση όχι μόνο έδιωξε τους σοσιαλιστές από την εξουσία, αλλά απειλεί την ίδια την σοσιαλδημοκρατία της Ευρώπης.
Ακόμη και πριν ξεσπάσει η κρίση, η σοσιαλδημοκρατία κλυδωνίζονταν. Η εργατική τάξη, διασπασμένη από τις πιέσεις της παγκοσμιοποίησης, είχε ήδη κινηθεί προς εναλλακτικές κομματικές κατευθύνσεις εδώ και καιρό. Η κρίση απλά επιδείνωσε αυτή την τάση. Έτσι, η διάθεση μέσα στους κόλπους της κεντροαριστεράς είναι πλέον απαισιόδοξη.
Αυτό γίνεται πιο εμφανές στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, όπου τα προβλήματα του χρέους είναι και μεγαλύτερα. Για τους αριστερίζοντες πολιτικούς σε κράτη που κινδυνεύουν με χρεοκοπία, δεν υπάρχει χώρος για να κινηθούν αποτελεσματικά εναντίον της ανεργίας, και της αναιμικής ανάπτυξης. Όπως λέει ο Jonathan White του London School of Economics, «η κρίση απέδειξε αυτό που ίσχυε από καιρό, ότι αυτού του είδους οι κυβερνήσεις είναι περιορισμένες όσον αφορά στον καθορισμό της οικονομικής τους πολιτικής».
Με τις αγορές σε αναβρασμό, και τις Βρυξέλλες να απαιτούν περικοπές, οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις δεν είχαν άλλη επιλογή από την εφαρμογή σκληρής λιτότητας. Τον περασμένο Μάρτιο, ο Πορτογάλος σοσιαλιστής José Sócrates αναγκάστηκε σε παραίτηση όταν το κοινοβούλιο απέρριψε τα μέτρα λιτότητας. Η δε έξοδος του Έλληνα πρωθυπουργού, ήταν πολύ πιο σύντομη από ότι αυτή του Ισπανού ομολόγου του.
Εν τω μεταξύ, το εργατικό κόμμα της Ιρλανδίας δέχεται κι αυτό πυρά, διότι δεν πραγματοποιεί τις προεκλογικές του υποσχέσεις, που ήθελαν τα εθνικά συμφέροντα πάνω από αυτά «της Φρανκφούρτης».
Η ανάληψη της ιταλικής εξουσίας από τεχνοκράτες μετά την πτώση του Berlusconi, έρχεται να υπογραμμίσει τα παραπάνω συμπεράσματα. Η εκεί κεντροαριστερά ούτε καν προσπάθησε να κερδίσει την εξουσία.
Η κατάσταση είναι αφόρητη για τους σοσιαλδημοκράτες. Έχουν χάσει την εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος, όχι επειδή δεν μπόρεσαν να φέρουν την ανάπτυξη, αλλά κυρίως επειδή η λιτότητα τους έκανε να παραβιάσουν τις αρχές τους.
Οι αρχές αυτές έχουν να κάνουν με την υπεράσπιση του κράτους πρόνοιας, μια κεϋνσιανή οικονομική θεώρηση, κλπ. Για τους σοσιαλιστές της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, και της Ελλάδας, που προχώρησαν στην ανάκληση των αρχών τους, η μόνη κληρονομιά τους θα είναι η λιτότητα.
Αντίθετα, οι συντηρητικοί πολιτικοί τους αντίπαλοι, έχουν τώρα την αφορμή που περίμεναν, προκειμένου να προβούν σε περιστολή κρατικών δαπανών, και ιδιωτικοποιήσεις στους τομείς της υγείας και της παιδείας. Οι εντολές της ΕΕ σήμερα συμφωνούν εν πολλοίς με την ιδεολογία αυτών των κομμάτων, τα οποία επωφελήθηκαν ως αντιπολίτευση από την κρίση, προκειμένου να μείνουν στο απυρόβλητο.
Βέβαια, οι εκλογικές νίκες των συντηρητικών στην Πορτογαλία και στην Ισπανία, ήταν κυρίως ψήφοι τιμωρίας εναντίον των απερχόμενων σοσιαλιστών. Στις εκλογές της Πορτογαλίας, η αποχή έφτασε στο 40%. Στην Ισπανία, το συντηρητικό κόμμα πήρε λιγότερες ψήφους από αυτές των σοσιαλιστών του 2008. Παρόλα αυτά κέρδισαν την αναμέτρηση, αφού οι σοσιαλιστές έχασαν περισσότερες από 4 εκατομμύρια ψήφους.
Όπως αναλύει ο José Ignacio Torreblanca, διευθυντής του ισπανικού παραρτήματος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων, «οι ψηφοφόροι μπορεί να θέλουν να διατηρήσουν το κράτος πρόνοιας, δεν είναι όμως σίγουροι ότι η κυβέρνηση μπορεί να εγγυηθεί τα πλεονεκτήματά του…». Αυτό ίσως να εξηγεί την αμφιταλάντευση του εκλογικού σώματος ενώπιον μιας σκληρής πολιτικής πραγματικότητας: Διώχνουν ένα κόμμα εξαιτίας της λιτότητας και της ανεργίας, και το αντικαθιστούν με ένα άλλο, που υπόσχεται να κάνει τα ίδια, με μόνη διαφορά την διάθεση φρέσκιας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας!
Οι σοσιαλδημοκράτες της Ευρώπης αντιμετωπίζουν μια υπαρξιακή κρίση. Τα 4 εκατομμύρια των χαμένων για τους σοσιαλιστές ψήφους, πήγαν σε ολόκληρο το υπόλοιπο πολιτικό φάσμα. Έτσι, οι σοσιαλιστές δεν ξέρουν προς τα πού θα πρέπει να κινηθούν στο μέλλον. Κάποιες ψήφοι χάθηκαν από την αποχή, κάποιες πήγαν δεξιά, και κάποιες άλλες στράφηκαν προς εναλλακτικά αριστερά κόμματα, που απλά αποδεικνύουν το ρήγμα εντός της ευρύτερης κεντροαριστερής παράταξης.
Σύμφωνα με τον Torreblanca, οι σοσιαλιστές αντιμετωπίζουν το δίλημμα της κουβέρτας: «την τραβάς για να σκεπάσεις τα πόδια σου και κρυώνεις επάνω… με άλλα λόγια η κουβέρτα δεν είναι αρκετά μεγάλη για να καλύψει όλα τα ενδεχόμενα και τις τάσεις».
Ο συγγραφέας Fernando Berlin είναι πιο αισιόδοξος. Όπως λέει, η απερχόμενη ισπανική κυβέρνηση ήταν η πιο προοδευτική όλων, όσον αφορά σε κοινωνικά ζητήματα. Το κοινό μπορεί σύντομα να την συγχωρήσει για την λιτότητα, αφού οι συντηρητικοί θα δείξουν το πραγματικό τους πρόσωπο. «Οι Ισπανοί σοσιαλιστές θα πρέπει να φτιάξουν ένα νέο πρόγραμμα που θα πηγαίνει πέρα από την οικονομία», λέει. «Η επαναφορά των κοινωνικών ζητημάτων στο πολιτικό προσκήνιο, είναι η μόνη λύση για να ξεχωρίσουν από τους συντηρητικούς αντιπάλους τους».
Πάντως, αυτό που αποκάλυψε η τρέχουσα κρίση, είναι το πόσο εύθραυστη είναι η δημοκρατική παράδοση σε κάποιες περιοχές της Ευρώπης. Σύμφωνα με τον πολιτικό αναλυτή Joan Costa-Font, «ο σοσιαλισμός της Νότιας Ευρώπης ήταν κυρίως ένα αντιδραστικό κίνημα στις κυρίαρχες ολιγαρχίες, και στις συντηρητικές παραδόσεις… το μεγαλύτερο μέρος της συνοχής των σοσιαλιστών στην Ισπανία, στη Πορτογαλία, και στην Ελλάδα, είχε να κάνει με μια κοινή επένδυση στο να ξεπεραστεί η αυταρχική διακυβέρνηση, αλλά αυτό δημιούργησε σοσιαλιστικούς συνασπισμούς, που συμπεριελάμβαναν από αριστεριστές, έως φιλελεύθερους του κέντρου, μια πορώδη δηλαδή πολιτική και ιδεολογική ένωση».
Η πολιτική της ΕΕ είναι σαν μια γραμμή Maginot δημοσιονομικού συντηρητισμού, πάνω στην οποία έπεσαν οι σοσιαλδημοκράτες, υπό την επίβλεψη των αγορών και των Βρυξελλών.
Από μια άποψη είναι τυχεροί, διότι θα ζήσουν την κρίση από έξω. Και είναι πιο ασφαλές για αυτούς να μην βρίσκονται στο επίκεντρο, όσο θα διαρκεί η καταιγίδα.
The New Republic
http://www.tnr.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου